Για κάποιους μοιάζει σαν χθές, όμως τα χρόνια πέρασαν ακόμα κι αν τα ημερολόγια έμειναν σταματημένα στις 4 Σεπτεμβρίου του 2004. Σαν σήμερα (4/9) πριν από 14 χρόνια, ο μεγάλος Αλφόνσο Φορντ έχανε τη “μάχη” με την λευχαιμία και στα 33 του χρόνια, σκορπώντας την θλίψη στο ευρωπαϊκό μπάσκετ.
Ο χαρισματικός Αμερικανός, ο οποίος στα ντουζένια του έδινε την εντύπωση ότι σκόραρε όπως και όποτε ήθελε, βρίσκεται και θα βρίσκεται για πάντα χαραγμένος στην μνήμη όλων των φίλων του μπάσκετ που πρόλαβαν να τον δουν εν δράση κι ακόμα περισσότερο να γνωρίσουν λίγο από το μεγαλείο ψυχής που έκρυβε μέσα του. Πέρασαν 13 χρόνια από τότε.
ΣΚΟΡΕΡ ΑΠΟ ΚΟΥΝΙΑ
Το ημερολόγιο έδειχνε 31 Οκτωβρίου του 1971 όταν στο Γκρίνγουντ του Μισισιπί γεννιόταν ο Αλφόνσο Φορντ. Ο Αλ από μικρός κατάλαβε πως η σχέση του με τη “σπυριάρα” ήταν κάτι παραπάνω από απλή κι αυτό αποδείχθηκε περίτρανα όταν στην πρώτη του σεζόν στο Mississippi Valley State University ολοκλήρωσε τη χρονιά με μέσο όρο 29,9 πόντους ανά παιχνίδι. Η έφεση του στο σκοράρισμα τον χαρακτήριζε σε όλα τα χρόνια του κολεγίου, καθώς στα τέσσερα χρόνια που έπαιξε εκεί δεν υπήρξε ούτε μία σεζόν να έχει μέσο όρο πόντων μικρότερο των 25!
Τα κατορθώματα του 22χρονου τότε γκαρντ οδήγησαν τους Σίξερς να τον επιλέξουν στο νούμερο 32 του ντραφτ του 1993, ωστόσο η σεζόν 1993/94 τον βρήκε στους Σιατλ Σουπερσόνικς για 6 παιχνίδια, πριν πάει τελικά στους Σίξερς για 5 αγώνες την σεζόν 1994/95 και ακολουθήσουν δύο χρόνια στο CBA. Κάπου εκεί το κεφάλαιο Αμερική έκλεινε για το Φορντ που πλέον θα διέσχιζε τον Ατλαντικό για να δει την Ευρώπη να υποκλίνεται στο ταλέντο του. Πρώτος σταθμός ήταν η Ισπανία και η Ουέσκα με την οποία αν και γνώρισε τον υποβιβασμό κατάφερε να αναδειχθεί πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος μετρώντας 25,1 πόντους.
Το 1996 έρχεται στην Ελλάδα, καθώς το έμπειρο μάτι του Κώστα Μίσσα τον φέρνει στον Παπάγου. Ο κόσμος δεν τον ήξερε, αλλά θα τον… μάθαινε για τα καλά, αφού διέλυσε τα πάντα στο διάβα του, ολοκληρώνοντας την σεζόν 1996/97 έχοντας 24.6 πόντους, 5.2 ριμπάουντ και 3.2 ασίστ μέσο όρο με το εξωφρενικό για γκαρντ 61.9% στα δίποντα! Το καλοκαίρι του 1997 χρονιά έρχονται τα μαύρα μαντάτα για τον Αλ, ο οποίος έμαθε ότι η λευχαιμία του χτύπησε την πόρτα. Δεν λέει σε κανέναν τίποτα, αρκούμενος να πει σε όποιον τον ρωτάει ότι “έχω ένα πρόβλημα στο αίμα”.
Λίγα χρόνια αργότερα, σε δηλώσεις του είχε περιγράψει με ψυχραιμία τι είχε συμβεί: “Μετά τον τελευταίο αγώνα της σεζόν ’96-’97, με τον Σπόρτιγκ παίζαμε αν θυμάμαι καλά, άρχισα να αισθάνομαι πόνους στην πλάτη. Δεν έδωσα σημασία. Πήγα στην Αμερική για διακοπές, άρχισα να παίζω μπάσκετ για να συντηρούμαι, αλλά οι πόνοι δεν υποχωρούσαν. Πήγα στον οικογενειακό μας γιατρό και μου έκανε αιματολογικές εξετάσεις. Εκεί φάνηκε ότι είχα σοβαρό πρόβλημα στο αίμα. Κι αν δεν το είχα εντοπίσει τότε, ίσως τώρα να μην ζούσα.
Ήταν μια τρομακτική εμπειρία. Μπήκα στο νοσοκομείο για μια ολόκληρη εβδομάδα και έκανα τεστ. Φοβήθηκα πολύ, δεν το κρύβω. Πέρναγαν πολλά από το μυαλό μου. Πρώτα για τη ζωή μου και μετά για την καριέρα μου. Πήγα σε έναν ειδικό αιματολόγο. Βρήκαμε ότι με μια συγκεκριμένη αγωγή μπορούσα να γίνω καλά. Το κακό ήταν ότι έπρεπε να μείνω έξω από τα γήπεδα έναν ολόκληρο χρόνο“. Το καλοκαίρι του 1998 θα βρισκόταν ξανά στην χώρα μας
ΣΠΟΡΤΙΝΓΚ, ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ… ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ
Ο Σπόρτιγνκ έψαχνε για έναν σκόρερ. Και ο πρώτος που στράφηκε ήταν ο Φορντ. Ο Αμερικανός μπορεί να είχε μείνει έναν χρόνο μακριά από το μπάσκετ, μπορεί οι χημειοθεραπείες να τον είχαν διαλύσει, αλλά όχι απλώς έρχεται, αλλά μοιάζει να μην έχει χάσει ούτε… βήμα! “Βομβαρδίζει” χωρίς δισταγμό τα αντίπαλα καλάθια και ολοκληρώνει την σεζόν έχοντας 22.4 πόντους, 6.5 ριμπάουντ και 2.1 ασίστ μέσο όρο. Το νεόπλουτο Περιστέρι είναι ο επόμενος σταθμός της καριέρας του.
Θα αγωνιζόταν με την φανέλα των “Πρίγκιπων της Δυτικής όχθης” για μία διετία (1999-2001), καταφέρνοντας την 2η σεζόν μαζί με τον Μπάιρον Ντίνκινς, τον Μιχάλη Πελεκάνο, τον Μανώλη Παπαμακάριο και τον Κώστα Τσαρτσαρή να οδηγήσουν το Περιστέρι στην 2η θέση στην κανονική περίοδο (πάνω από τον Ολυμπιακό), με τον ίδιο να έχει 23.7 πόντους μέσο όρο! Στα πλέι-οφ ο Ολυμπιακός των Ράτζα και Ριβερς αποδείχθηκε πιο δυνατός και απέκλεισε τους Περιστεριώτες στα ημιτελικά. Ο Φορντ είχε αποδείξει ωστόσο ότι ήταν έτοιμος για να πάει σε μεγαλύτερη ομάδα.
Το καλοκαίρι του 2001 τον βρήκε στον Πειραιά και τον Ολυμπιακό, που στο πρόσωπο βρήκε τον ηγέτη που αναζητούσε. Ο Φορντ πραγματοποίησε με τα “ερυθρόλευκα” μία καταπληκτική χρονιά, έχοντας 21.6 πόντους μέσο όρο στο πρωτάθλημα και 24.8 πόντους μέσο όρο στην EuroLeague!
Οδήγησε τον Ολυμπιακό στην κατάκτηση του Κυπέλλου (στο πρώτο τρόπαιο των “ερυθρόλευκων” έπειτα από 5 χρόνια ξηρασίας), ενώ στα ημιτελικά του πρωταθλήματος απέκλεισε σχεδόν μόνος του τον Παναθηναϊκό. Στους τελικούς κόντρα στην ΑΕΚ, όμως, στο 4ο παιχνίδι της σειράς έμεινε εκτός αποστολής έπειτα από επιλογή του Λευτέρη Σούμποτιτς, με την ομάδα του Πειραιά να χάνει τον τίτλο με 3-2, αν και προηγήθηκε με 2-0 νίκες. Η φυγή από τον Ολυμπιακό προκάλεσε απορίες, όμως κανείς δεν ήθελε να πιστέψει ότι κάτι δεν πάει καλά.
Η ΙΤΑΛΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΔΟΞΟ ΦΙΝΑΛΕ
Αποχωρώντας από τον Ολυμπιακό, έψαξε την τύχη του στην Ιταλία, συμφωνώντας με την Σιένα στην οποία αγωνίστηκε την σεζόν 2002/03, έχοντας 19.1 πόντους μέσο όρο στο ιταλικό πρωτάθλημα και 17.9 πόντους μέσο όρο στην EuroLeague. Στην συνέχεια αγωνίστηκε με την φανέλα της ιστορικής Σκαβολίνι την σεζόν 2003/04, έχοντας 22.2 πόντους μέοσ όρο. Αυτή έμελλε να είναι η τελευταία του ομάδα, αφού το χαμογελαστό παιδί των ευρωπαϊκών γηπέδων που μπορούσε να σκοράρει με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο λύγιζε από το βάρος της ασθένειας.
Στις 4 Σεπτεμβρίου του 2004, μόλις δύο εβδομάδες μετά την ανακοίνωση της απόσυρσής του από το μπάσκετ, έσβησε σε νοσοκομείο του Μέμφις για πάντα το χαμόγελο που δεν εγκατάλειψε ποτέ τα χείλη του. Ήταν μόλις 33 χρονών. Προς τιμήν του μάλιστα η Euroleague το όνομα του στο βραβείο του πρώτου σκόρερ (“Βραβείο Αλφόνσο Φορντ”), ενώ ο σπουδαίος Αμερικανός παραμένει μέχρι και σήμερα ο πρώτος σκόρερ σε μέσο όρο (22,2) στην ιστορία της διοργάνωσης.
Πηγή: sport24.gr
Facebook
Twitter
Instagram
YouTube
RSS